Για να το πούμε απλά, αυτά που χωρίζουν τον Sorabji από τον Ferneyhough είναι πολλά, αυτό που τους ενώνει είναι όμως ένα: η μουσική τους είναι δύσκολη στην εκτέλεση, στα όρια του αδύνατου! Τον Ferneyhough, παρά την θέληση του, τον κατέταξαν στην Σχολή της Νέας Πολυπλοκότητας και τον έχρισαν πατριάρχη της, New Complexity αγγλιστί (Νέα Συμπλοκότητα, ή Νέα Συμπλεκτικότητα θα μετάφραζα τον όρο, αλλά δεν είναι της στιγμής). Μοιραία ο Sorabji κατατάσσεται στην Παλαιά Πολυπλότητα, πολύ αργά για να ρωτήσουμε την γνώμη του, εδώ με πατριάρχη πιθανώς τον Liszt.
Λόγω Άνοιξης δεν έχω σκοπό να εμβαθύνω περισσότερο στο θέμα, ας χαζέψουμε απλά αυτές τις δυο σελίδες:
GULISTAN - The-Rose-Garden (1940) για πιάνο σόλο
Έκδοση του Marc-André Hamelin (1993)
σελίδα 7 (όχι η πιο δύσκολη, απλά ενδεικτική)
FERNEYHOUGH Brian (1943)
UNITY CAPSULE (1973-76), για σόλο φλάουτο
Έκδοση Peters
σελίδα 3 (εδώ δεν χρειάστηκε να διαλέξω, όλες είναι «εικαστικά» εξίσου ενδιαφέρουσες!)
___________________________________________
* Κάποιες διευκρινίσεις για την Μουσική Πολυπλοκότητα δίνω στα Σχόλια.
14 σχόλια:
Παρακολουθώ το ιστολόγιο αυτό αρκετόν καιρό, αλλά είναι η πρώτη φορά που αφήνω σχόλιο. Νόμιζα ότι τα μουσικά κείμενα του Ραχμάνινοφ ήταν ίσως τα δυσκολότερα που έχουν γραφτεί για πιάνο, αλλά βλέποντας την παρτιτούρα του Sorabji, διαπιστώνω για άλλη μια φορά ότι "ουδέν οίδα". Έχω μια προκατάληψη-ίσως λόγω μη επαρκούς γνωριμίας με το έργο τους-για τους δωδεκαφθογγικούς δημιουργούς. Καταβάλλω συστηματική προσπάθεια να τους προσεγγίσω και νιώθω αδαής, γιατί δεν μπορώ να "χωνέψω" τους μουσικούς τους προβληματισμούς. Απενοχοποιήθηκα λίγο χθες, καθώς διάβαζα μια από τις επιστολές του Δημήτρη Μητρόπουλου στην Καίτη Κατσογιάννη. Αναφερόταν στον Alban Berg: "...Εντελώς προβληματική μουσική, πρώτα για μας και φαντάσου για το δόλιο το κοινό..." Διαβάζοντας στο Sorabji Archive για τη ζωή του συνθέτη, μου δημιουργήθηκε περιέργεια και μπήκα στο Amazon και άκουσα αρκετά αποσπάσματα από έργα του. Θα τα αναζητήσω προσεχώς...
Εξαιρετικό το ιστολόγιό σου.
Ευχαριστώ πολύ για τα καλά σας σχόλια.
1. Να ξεκαθαρίσουμε κατ’ αρχάς τι εννοούμε με τον όρο Πολυπλοκότητα (στο κυρίως άρθρο μου ήμουν ασαφής): μια μουσική μπορεί να είναι δύσκολη στην εκτέλεση χωρίς να είναι πολύπλοκη. Για παράδειγμα το να παίξεις στο Μ.Μ = 300 την Ντο μείζονα κλίμακα θα ήταν δύσκολο και για τον Richter, δεν είναι όμως μια πολύπλοκη κατασκευή η Ντο μείζονα, ή για να το πούμε πιο σωστά έχει μικρότερο βαθμό πολυπλοκότητας από την πρώτη Invention του Bach. Αυστηρούς ορισμούς τους αφήνω για άλλη φορά… (το άρθρο New Complexity της Wikipedia είναι μια καλή αρχή).
2. Κατά καιρούς πολλά πιανιστικά έργα έχουν χαρακτηριστεί ως τα πιο δυσκολόπαιχτα της εποχής τους: η Hammerklavier, op.106 του Beethoven, η σπουδή Feux Follets του Listz, το Islamey του Balakirev, το 3Rach, η σονάτα Concord του Ives που έμεινε άπαιχτη για πολλά χρόνια, το έργο «Herma» και τα «Εόντα» του Ξενάκη, … Η τεχνική προχωρά, το 3Rach σήμερα παίζεται ακόμη και σε διπλώματα πιάνου, δεν αποκλείεται το Herma το 2100 να υποχρεωτικό κομμάτι για τις προαγωγικές ανωτέρας!...
3. Πρέπει να νοιώσετε πάλι ενοχές :) Η δήλωση του μέγιστου Μητρόπουλου έγινε πάνω από 50 χρόνια πριν. Η δεύτερη σχολή της Βιέννης (Schoenberg, Berg, Webern, αλλά και Σκαλκώτας) είναι πια στάνταρντ ρεπερτόριο. Χωρίς να αστειεύομαι, μια καλή αρχή είναι να ακούσετε πολλές φορές (20 είναι λίγες!) το Pierrot Lunaire του Schoenberg με τη μέγιστη προσοχή, να διαβάσετε γι’ αυτό το έργο, για τον ίδιο τον Schoenberg, για την Σχολή του … σίγουρα θα αναταμειφθείτε πλουσιοπάροχα.
4. Βρείτε σε ένα δισκοπωλείο το Opus Clavicembalisticum, το opus magnum του Sorabji. Τεσσερισήμισι ώρες διαρκούς απόλαυσης!
Από τον Schoenberg ξεκίνησα, έχοντας διαβάσει για το έργο του. Πήρα το Gurrelieder με τον Rene Leibowitz. Ενθουσιάστηκα με την εισαγωγή, αλλά παραπέρα, it was english to me! Θα πάρω το Pierrot Lunaire, λοιπόν.
Σας ευχαριστώ για τη βοήθεια...
Αναρωτιέμαι αν το να ξεφυλλίζεις παρτιτούρες, δικές σου ή άλλων, σου δίνει απόλαυση, την ίδια που δίνει σ'έναν μηχανικό το ξεφύλλισμα σχεδίων από κτίρια που βρίσκονται αλλού ή που δεν χτίστηκαν ποτέ. Εγώ λεω πως εκείνη την ώρα δεν ακούς, (δεν περπατάς δεν βλέπεις), αντίθετα (ίσως και καλύτερα), σαν ψάρι, σιωπηλά, βοσκάς, ύστερα καταπίνεις και χωνεύεις.
Φιλικά Β.Σ.
Γεια σου Β.Σ
το solfege, το dictee, τη Μορφολογία, τη Μουσική Ανάλυση και άλλα παρεμφερή μαθήματα τα διδασκόμεθα για να μπορέσουμε να αναπτύξουμε την "εσωτερική ακοή". Παρτιτούρες σαν κι αυτές που ανάρτησα στο άρθρο μου είναι δύσκολο να τις "ακούσεις" χωρίς το CD, εκτός κι αν είσαι ο Boulez. Η πείρα βέβαια που αποκτά κανείς με τα χρόνια γίνεται δεκανίκι της εσωτερικής ακοής. Πέραν αυτών η μελέτη μιας παρτιτούρας, χωρίς τη βοήθεια του CD, ναι μου προσφέρει ευχαρίστηση! Είναι μια άσκηση Λογικής, αναζητάς τη λύση του προβλήματος: "πως κατασκεύασε ο τάδε συνθέτης το υπό μελέτη έργο?"
Εξαιρετικό το ποστ και πολύ καίρια η αναφορά στους δύο αυτούς συνθέτες. Με αφορμή αυτό, αλλά και τα σχόλια της Maria Jose, του Β.Σ. και τα δικά σου, γράφω τα παρακάτω:
Οι δύο αυτές παρτιτούρες γεννούν ένα δέος το οποίο εν μέρει και για να το ξορκίσουμε, μιλάμε για …. εικαστικό ενδιαφέρον. Ένα δέος που εκπέμπεται προς δύο κατευθύνσεις. Δέος συνθετικό και δέος ερμηνευτικό.
Σε έναν συνθέτη δεν μπορεί παρά να γεννήσουν αισθήματα θαυμασμού για το ποιά ανάγκη ακριβολογίας σε συνδυασμό με ποιά δύναμη νοητικής πειθαρχίας μπορούν να οδηγήσουν σε έναν τέτοιο τρόπο καταγραφής της μουσικής ιδέας, παράλληλα με το ερώτημα μήπως ο στόχος είναι η ίδια περιπλοκότητα της απεικόνισης.
Έναν οργανοπαίκτη (επίτηδες δεν λέω ερμηνευτή ή εκτελεστή) πάλι, θα τον φέρουν μπροστά στο πρόβλημα του πώς θα διαχειριστεί μία παρτιτούρα η οποία τον υπερπληροφορεί σε τέτοιο βαθμό που ουσιαστικά τον καταργεί, ζητώντας από αυτόν όλες οι επί χρόνια αποκτημένες με αυτοπειθαρχία ικανότητες που απελευθερώνουν μιαν υψηλή ερμηνεία από μιαν συμβατική ας πούμε παρτιτούρα, τώρα εδώ θα πρέπει να εστιάσουν προς μία απολύτως υποταγμένη στο κείμενο εκτέλεση, σαν να οδηγά σε έναν επικίνδυνο δρόμο υπό συνθήκες καταδίωξης, οπότε δεν προλαβαίνει να απολαύσει το τοπίο.
Θα τολμούσα όμως να πω ότι αν, ως στοίχημα, προσπαθούσαμε, εξαντλώντας όλη την σημειογραφική μας εφευρετικότητα με στόχο την πληρέστερη δυνατή ακριβή απεικόνιση των ηχητικών γεγονότων, να καταγράψουμε (κάνοντας το κατά το δυνατόν απόλυτο ντικτέ όλων των ηχητικών παραμέτρων) το αποτέλεσμα μιας σπουδαίας εκτέλεσης ενός έργου του Μπαχ, τότε η παρτιτούρα αυτή δεν θα απείχε και πολύ σε πολυπλοκότητα από αυτές του ποστ. Υπ’ αυτήν την έννοια και κινούμενοι ανάδρομα, συναντούμε την απλότητα των έργων στα οποία αναφέρεσαι, όπως άλλωστε και το έργο του Piranesi μπορεί κάποιος μισοκλείνοντας τα βλέφαρα να το δει να σχηματίζεται με αδρές γραμμές.
Έπιασες το νόημα...! Οι επικριτές του Ferneyhough του προσάπτουν ότι καταγράφει κάθε συνθετική και ερμηνευτική παράμετρο της μουσικής του με αποτέλεσμα να παράγονται τέτοιες παρτιτούρες. Αν καταγράφαμε την σονάτα facile του Mozart με αυτόν τον τρόπο θα φτάναμε στο ίδιο "απεικονιστικό" αποτέλεσμα.
Παρόλα αυτά θεωρώ (όχι με βάση κάποια θεωρία, αλλά με βάση το ένστικτο κυρίως), ότι η μουσική του πάει πολύ βαθύτερα. Μετά από πολλαπλές ακροάσεις, σου μένει κάτι το ουσιώδες και άξιο προς περαιτέρω μελέτη. Εν κατακλείδι νομίζω ότι είναι πολύ νωρίς να εκτιμηθεί το έργο του λόγω των αναλυτικών και εκτελεστικών προβλημάτων που παρουσιάζει, αλλά κυρίως λόγω της αδυναμίας πρόσληψης από το κοινό μιας τέτοιας πολλαπλά πολύπλοκης μουσικής.
Η περίπτωση του Sorabji είναι άλλη...
Όντως η περίπτωση του Sorabji είναι κάτι διαφορετικό. Η πολυπλοκότητά του βρίσκεται σε ένα επίπεδο «οικοδομικό». Θα μπορούσαμε να την παρομοιάσουμε – με πολύ νερό στο κρασί μας, βέβαια – με τις εκδόσεις RICORDI έργων του Bach, όπου κάθε ornament αναλύεται και καταγράφεται στην παρτιτούρα, οπότε ξοδεύεται … πολύ μελάνι. Προεκτείνοντας αυτόν το συσχετισμό, θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα έργα του Sorabji είναι οικοδομημένα σε δύο φάσεις. Μια πρώτη με αδρές γραμμές και μία δεύτερη όπου μέσα από κάθε αδρή γραμμή αναδύεται ένα πλήθος λεπτομερειών.
Για τον Ferneyhough τα πράγματα είναι αλλιώς. Η γραφή του σε ό, τι αφορά στο φθογγικό υλικό και τον ρυθμό, μου θυμίζει έντονα τις εθνομουσικολογικές καταγραφές του Bela Bartok (κρίμα που δεν μπορώ να σκανάρω και να ανεβάσω μία από το βιβλίο Folk Music of Asia Minor – θα το κάνω μόλις επιστρέψω από τις διακοπές). Ο Bartok καταγράφοντας μια μελωδία, διαχωρίζει σημειογραφικά τις νότες που εκπροσωπούν ας πούμε τον μουσικό πυρήνα γράφοντάς τις με μεγάλα «κεφάλια», ενώ κάθε τι που έχει τον χαρακτήρα παιχνιδιάρικης απόρροιας αυτών των φθόγγων το καταγράφει με μικρές νότες – ένα «φοβίσιμο» πλήθος από μικρές νότες. Ο Ferneyhough αυτόν τον τρόπο καταγραφής τον επεκτείνει σε όλες τις παραμέτρους του ήχου.
Και στις δύο περιπτώσεις (του Sorabji και του Ferneyhough) η προσέγγιση από έναν αναλυτή ή έναν ερμηνευτή πρέπει να ξεκινά με μια αναζήτηση του πυρήνα κατασκευής . Ειδικότερα δε για τον δεύτερο, πιστεύω ότι μία ερμηνεία, πρέπει να βασίζεται στον πυρήνα, και όλο το υπόλοιπο να αντιμετωπίζεται ως μία κατεύθυνση υποδείξεων ερμηνείας αυτού του πυρήνα, σαν να επρόκειτο για μία από τις πολλές εκτελέσεις που θα μπορούσε ο πυρήνας του έργου να έχει. Επειδή όμως αυτή η καταγραμμένη από τον συνθέτη, είναι οιονεί η εκτέλεση που θα είχε κάνει ο ίδιος αν ήταν ο εκτελεστής, ένας ερμηνευτής οφείλει σιγά-σιγά να την προσεγγίσει κατά το δυνατόν.
Δημήτρη καλημέρα!
Σκέφτομαι, να ψάξω για το «opus clavicembalisticum» και θέλω τη γνώμη σου.
Από τα link που παραθέτεις βρήκα τις κάτωθι δυο εκδόσεις (για να είμαι ειλικρινής δεν έχω ψάξει αν και οι δύο υπάρχουν διαθέσιμες κάτι που αυτομάτως θα έλυνε τον προβληματισμό μου)
http://www.sorabji-archive.co.uk/recordings/CD.php?cdid=19
http://www.sorabji-archive.co.uk/recordings/CD.php?cdid=7
Ποια μου προτείνεις;
Πάντως αυτό που μου κάνει τεράστια εντύπωση είναι η απόκλιση ως προς τη χρονική διάρκεια των εν λόγω εκτελέσεων. Από τα 286min50sec, αυτής του Ogdon, μέχρι τα 234min23sec,του Madge μας χωρίζουν 52 min27sec, κάτι που σημαίνει ότι η εκτέλεση του δεύτερου είναι περισσότερο από 22% ταχύτερη! Υποθέτω ότι οι εν λόγω εκτελέσεις, ακουστικά, θα διαφέρουν πάρα πολύ ακόμα και στα αυτιά κάποιου μη μουσικού (like me). Από αυτά που έχω υπόψη μου, αξιοσημείωτη - αλλά όχι τόσο μεγάλη - ως προς το ποσοστό- διαφορά έχω συναντήσει μόνο σε δυο εκτελέσεις του 3ου κονσέρτου για πιάνο του Σκαλκώτα. Εκεί όμως ο Madge (με την ορχήστρα βεβαίως) χρειάζονται κάπου 66min ενώ η Δανάη Καρά γύρω στα 58-59min.
Φίλε μου Γιώργο
η εκτέλεση του Madge σύμφωνα με τους κριτικούς είναι η καλλίτερη και η πιο πιστή. Το έργο είναι εξαιρετικά δύσκολο και στην εκτέλεση αλλά και στην ακρόαση. Εγώ έχω μόνον την εκτέλεση του Madge από τη "Λέσχη του Δίσκου", δεν μπορώ να την κρίνω, μερικές φορές δεν μπορώ να παρακολουθήσω καν την παρτιτούρα. Καλό θα ήταν να είχε κανείς και τις δυο. Ο Hamelin λέγεται ότι δεν κατάφερε να το παίξει...! Αξίζει πάντως τον κόπο. Όταν πήγαινα Λαμία με το αυτοκίνητο για μερικούς μήνες άκουγα μόνο αυτό το έργο για να βγάλω κάποια άκρη. Μετά με βοήθησε πολύ και η παρτιτούρα τουλάχιστον για τα θέματα των φυγών (φούγκες). Αν το πάρεις θα πρέπει να αφιερώσεις το καλόκαίρι σου σε αυτό:)
"συ είπας"
το παρήγγειλα κι αύριο θα πάω να το πάρω...
(καλό καλοκαίρι θα ευχηθώ από κοντά!)
Άριστη αγορά. Καλή ακρόαση. Άκουσε το και θα το συζητήσουμε στον Κορινθιακό!
Όποιο σ/κ κατέβεις Βραχάτι, απλώς τηλεφωνείς ή στέλνεις μήνυμα...
(το πρώτο που μπόρεσα κι άκουσα πολύ καλό και ιδίως οι φούγκες!)
Δημοσίευση σχολίου