Ο Anton Grigorjewitsch Rubinstein (1829-1894) είναι μια δεσπόζουσα μορφή στα μουσικά πράγματα του 19ου αι. Παιδί θαύμα, διατήρησε το θαύμα και μεγάλος, πιανίστας και συνθέτης, ανταγωνιστής συνθετικά και πιανιστικά του Liszt, μαέστρος, ιδιόμορφος παιδαγωγός (δίδασκε περισσότερο με την προσωπικότητά του και το παράδειγμα παρά με κάποιο συγκεκριμένο παιδαγωγικό σύστημα), αυστηρός αλλά και σαρκαστικός στις κρίσεις του, ιδρυτής τέλος του Ωδείου της Αγ. Πετρούπολης (ο αδελφός του Nikolai αυτού της Μόσχας).
Ο Rubinstein μαζί με τον Mikhail Glinka θεωρούνται οι πρώτοι σημαντικοί Ρώσοι συνθέτες. Ο Rubinstein δεν ακολούθησε τα πιστεύω τις Ρώσικης Εθνικής Σχολής και αποστασιοποιήθηκε από την Ομάδα των Πέντε [1]. Κατά τη γνώμη μου εκεί οφείλεται το γεγονός ότι ως συνθέτης είναι σχεδόν ξεχασμένος σήμερα, η μουσική του χωρίς κάποιο ιδιαίτερο στίγμα, επισκιάστηκε από την σαφώς ανώτερη του Liszt και του Chopin. Στις μέρες μας στην προσπάθεια διεύρυνσης του ρεπερτορίου αλλά και της αγοράς, τα έργα του ξαναβρίσκουν μια θέση, αν όχι στη σκηνή τουλάχιστον στο CD, πιανίστες όπως ο Ponty, ο Hamelin και ο φίλος μου από την Λαμία με λαμπρή καριέρα στην Αμερική Γρηγόρης Ζαμπάρας ηχογραφούν τα έργα του μαζί με του άλλου μεγάλου λησμονημένου, του Alkan.
Συνέθεσε περί τις 20 όπερες, έξι συμφωνίες, πέντε κοντσέρτα για πιάνο (το τρέχον project του Ζαμπάρα είναι η ηχογράφηση και των πέντε κοντσέρτων), δύο κοντσέρτα για τσέλλο και ένα για βιολί, συμφωνικά ποιήματα, πολύ μουσική δωματίου και πλήθος έργων για σόλο πιάνο. Ένα από τα γνωστότερα και πλέον παιγμένα έργα του για πιάνο είναι η Μελωδία σε Φα, op.32, No.1 με την οποία θα ασχοληθούμε αρμονικά και μορφολογικά σήμερα.
Η Μελωδία έχει τη μορφή: Α1 – Β – Μεταφορά Ι (Συνδετικό Μέρος) Α2 – Β – Μεταφορά ΙΙ - Α3 - Τελικό Τμήμα. Η μελωδία βρίσκεται στη μεσαία φωνή, όχι και τόσο σύνηθες για μια μελωδία και παίζεται εναλλάξ από το δεξί και το αριστερό χέρι του πιανίστα. Αυτή είναι και η σημαντικότερη δυσκολία του έργου (το κομμάτι αυτό έχει βρει μια θέση στο εκπαιδευτικό ρεπερτόριο, στην Ελλάδα δίνεται συνήθως στη Μέση Σχολή. Για ένα μαθητή αυτού του επιπέδου είναι πραγματικά δύσκολο εγχείρημα η ανάδειξη της μελωδίας σε αυτή τη θέση).
Το τμήμα Α1 δομείται ως μία ομάδα τεσσάρων 8-μετρων φράσεων [a1 – a2.1 – a1 – a2.2] εκ των οποίων η πρώτη και η τρίτη είναι παράλληλες, στην περιοχή της Τονικής. Η διατονική μελωδία υποστηρίζεται από μια ήπια χρωματική συνοδεία.
Το Β βρίσκεται στην αντιθετική περιοχή της Δεσπόζουσας και δομείται από μια ομάδα τεσσάρων φράσεων [b1 – b1 – b2.1 – b2.2], με την πρώτη και δεύτερη παράλληλες, την τέταρτη ελαφρά παραλλαγμένη μορφή της τρίτης. Τα b2.1 – b2.2 μπορούν να ιδωθούν και ως ένα σύνολο από codettas.
Ένα πολύ ενδιαφέρον σημείο του κομματιού είναι αυτό που ονομάζω στην ανάλυση Μεταφορά Ι. Πρόκειται για μια εναρμόνιση της κατιούσας χρωματικής από C4 σε C3. Στην Μεταφορά ΙΙ έχουμε εναρμόνιση της ανιούσας χρωματικής από C4 σε C3. Λειτουργικά πρόκειται για την επέκταση (expansion) της συγχορδίας της και στις δυο περιπτώσεις. Στην παρτιτούρα έχω σημειώσει με λευκές κεφαλές τις θεμελίους των αναστροφών των συγχορδιών που εναρμονίζουν την χρωματική κλίμακα. Θα επανέλθω σε άλλες εναρμονίσεις της χρωματικής σε άλλη καταχώρηση.
Ένα άλλο ενδιαφέρον σημείο είναι η προέκταση της φράσης b3 (phrase extension) στο Α3.
Η στοιχειώδης ανάλυση της μελωδίας παρουσιάζεται στα jpeg που ακολουθούν. Έχω γράψει τη μελωδία σε ξεχωριστό πεντάγραμμο για περισσότερη σαφήνεια. Στο πρώτο video δίνω τη μελωδία σε MIDI εκτέλεση και απεικονίζω τα διάφορα μορφολογικά της τμήματα. Το δεύτερο video δεν πρέπει να το χάσετε! Ο μεγάλος, κατά πολλούς ο μεγαλύτερος πιανίστας του 20ου αι., ο πολωνοεβραίος Josef Kazimierz Hofmann (1876-1957) ερμηνεύει τη μελωδία σε Φα.
• Η Παρτιτούρα με σημειωμένη μια στοιχειώδη ανάλυση του έργου •
σελίδα 2
σελίδα 3
σελίδα 4
σελίδα 5
• Videos •
[1] O Rubinstein μέχρι το 1852 είχε γράψει μερικά έργα "ρώσικου χαρακτήρα", αλλά μέχρι το 1878 όπου συνέθεσε το Caprice Russe απέφυγε τη χρήση τέτοιου υλικού. Μετά το Caprice ακολούθησαν και άλλα "ρώσικα" έργα, μεταξύ αυτών η όπερα O Έμπορος Kalashnikov και η Πέμπτη Συμφωνία. Στο Caprice γίνεται χρήση τριών ρώσικων λαικών τραγουδιών καθώς και λαικών χορευτικών ρυθμών. Τα έργα αυτά, όπως και γενικότερα το σύνολο του έργου του, μετά τη στιγμιαία επιτυχία έπεσε στη λήθη.